50. Η φτώχεια και η απληστία είναι κακοί σύμβουλοι της εξουσίας
Μετάφραση Κειμένου:
Όταν ο Σέρβιος Σουλπίκιος Γάλβας και ο Αυρήλιος Κόττας, οι ύπατοι, φιλονικούσαν στη Σύγκλητο, ποιος από τους δύο θα στελνόταν στην Ισπανία εναντίον του Βιρίαθου, υπήρχε μεγάλη διαφωνία ανάμεσα στους Συγκλητικούς, καθώς άλλοι υποστήριζαν τον Γάλβα και άλλοι τον Κόττα· μόνος ο Πόπλιος Σκιπίωνας ο Αιμιλιανός διαφώνησε με ολόκληρη τη Σύγκλητο: «Κρίνω», είπε, «πως δεν πρέπει να σταλεί κανένας από τους δύο, γιατί ο ένας δεν έχει τίποτα, (ενώ) για τον άλλο τίποτα δεν είναι αρκετό. Ο Σκιπίωνας ο Αιμιλιανός, δηλαδή, θεωρούσε εξίσου κακή σύμβουλο της εξουσίας τη φτώχια όπως και την απληστία. Αφού διατύπωσε την πρότασή του αυτή με σοβαρότητα και χωρίς καμία κακοβουλία ο Σκιπίωνας πέτυχε ώστε να μην σταλεί στην επαρχία ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
Όταν ο Σέρβιος Σουλπίκιος Γάλβας και ο Αυρήλιος Κόττας, οι ύπατοι, φιλονικούσαν στη Σύγκλητο, ποιος από τους δύο θα στελνόταν στην Ισπανία εναντίον του Βιρίαθου, υπήρχε μεγάλη διαφωνία ανάμεσα στους Συγκλητικούς, καθώς άλλοι υποστήριζαν τον Γάλβα και άλλοι τον Κόττα· μόνος ο Πόπλιος Σκιπίωνας ο Αιμιλιανός διαφώνησε με ολόκληρη τη Σύγκλητο: «Κρίνω», είπε, «πως δεν πρέπει να σταλεί κανένας από τους δύο, γιατί ο ένας δεν έχει τίποτα, (ενώ) για τον άλλο τίποτα δεν είναι αρκετό. Ο Σκιπίωνας ο Αιμιλιανός, δηλαδή, θεωρούσε εξίσου κακή σύμβουλο της εξουσίας τη φτώχια όπως και την απληστία. Αφού διατύπωσε την πρότασή του αυτή με σοβαρότητα και χωρίς καμία κακοβουλία ο Σκιπίωνας πέτυχε ώστε να μην σταλεί στην επαρχία ούτε ο ένας ούτε ο άλλος.
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗ ΠΡΟΤΑΣΕΩΝ:
- «cum . . . contenderent»: δευτερεύουσα επιρρηματική χρονική πρόταση, που εισάγεται με τον χρονική ιστορικό διηγηματικό σύνδεσμο cum για να δηλωθούν οι χρονικές περιστάσεις ή οι χρονικές συνθήκες στο πλαίσιο των οποίων συντελείται το περιεχόμενο της κύριας πρότασης. Επίσης χρησιμοποιείται για να τονίσει μια βαθύτερη σχέση κύριας και δευτερεύουσας, δηλαδή δημιουργεί μια σχέση αιτίας (η αιτία βρίσκεται στην δευτερεύουσα) και αιτιατού (το αποτέλεσμα βρίσκεται στην κύρια πρόταση)μεταξύ τους. Εκφέρεται με υποτακτική γιατί το περιεχόμενό της δηλώνει κάτι υποκειμενικό και ακολουθεί τους κανόνες ακολουθίας των χρόνων. Πρόκειται για υποτακτική παρατατικού μετά από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου για να δηλωθεί το σύγχρονο στο παρελθόν (η εξάρτηση βρίσκεται στο ρήμα της κύριας πρότασης erat). Η πρόταση λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός στο ρήμα της κύριας πρότασης.
- «uter . . . mitteretur»: δευτερεύουσα ονοματική πλάγια ερωτηματική πρόταση, απλή, μερικής αγνοίας πρόταση. Εισάγεται με τo αντωνυμικό επίθετο uter και εκφέρεται με υποτακτική για να δηλωθεί το υποκειμενικό. Ακολουθεί τους κανόνες ακολουθίας των χρόνων. Πρόκειται δηλαδή για υποτακτική παρατατικού μετά από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου (η εξάρτηση βρίσκεται στο ρήμα της δευτερεύουσας χρονικής πρότασης contenderent, το οποίο με τη σειρά του εξαρτάται από το erat της κύριας πρότασης), για να δηλωθεί το σύγχρονο στο παρελθόν. Η πρόταση λειτουργεί ως αντικείμενο στο ρήμα contenderent.
- «quia . . . habet»: δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση, η οποία εισάγεται με τον αιτιολογικό σύνδεσμο quia. Εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει αντικειμενική αιτιολογία και πιο συγκεκριμένα με οριστική ενεστώτα γιατί δηλώνει το σύγχρονο σε σχέση με το ρήμα της κύριας placet. Η πρόταση λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο απαρέμφατο mitti που με τη σειρά του εξαρτάται από το ρήμα placet.
- «alteri . . . est»: δευτερεύουσα επιρρηματική αιτιολογική πρόταση, η οποία παρατάσσεται δίπλα στην προηγούμενη αιτιολογική/ασύνδετο σχήμα. Εκφέρεται με οριστική, γιατί δηλώνει αντικειμενική αιτιολογία και πιο συγκεκριμένα με οριστική ενεστώτα γιατί δηλώνει το σύγχρονο σε σχέση με το ρήμα της κύριας placet. Η πρόταση λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός της αιτίας στο απαρέμφατο mitti που με τη σειρά του εξαρτάται από το ρήμα placet.
- «atque avaritiam . . . (iudicabat)» δευτερεύουσα επιρρηματική, απλή παραβολική –συγκριτική πρόταση (ελλειπτική), που εισάγεται με το σύνδεσμο atque γιατί έπεται επιρρήματος ισότητας (aeque). Εκφέρεται με oριστική γιατί η σύγκριση αφορά δύο καταστάσεις που είναι ή θεωρούνται αντικειμενική πραγματικότητα Λειτουργεί ως επιρρηματικός προσδιορισμός και β όρος σύγκρισης στο ρήμα της κύριας πρότασης
- «ut . . . mitteretur»: δευτερεύουσα ουσιαστική συμπερασματική πρόταση που εισάγεται με τoν συμπερασματικό σύνδεσμο ut neuter (αρνητική χροιά) και εκφέρεται με υποτακτική γιατί το συμπέρασμα στα λατινικά θεωρείται υποκειμενική πράξη ή κατάσταση. Ακολουθεί τους κανόνες ιδιόμορφης ακολουθίας των χρόνων, καθώς το συμπέρασμα είναι ιδωμένο τη στιγμή που εμφανίζεται στο μυαλό του ομιλητή και όχι τη στιγμή της πιθανής πραγματοποίησής του. Πρόκειται δηλαδή για υποτακτική παρατατικού μετά από ρήμα εξάρτησης ιστορικού χρόνου (η εξάρτηση βρίσκεται στο ρήμα της κύριας πρότασης οbtinuit, για το παρελθόν. Η πρόταση λειτουργεί ως αντικείμενο στο ρήμα οbtinuit.
ΣΥΝΤΑΚΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
conscriptos: επιθετική μετοχή, συνημμένη στο patres, στο οποίο λειτουργεί ως επιθετικός προσδιορισμός
dicentibus: γνήσια αφαιρετική απόλυτη, αιτιολογική (ή χρονική) μετοχή που δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν
mitti: υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα placet, τελικό απαρέμφατο.
mihi: δοτική προσωπική (του ενεργούντος προσώπου) στο απρόσωπο placet.
satis: α) κατηγορούμενο στο nihil μέσω του συνδετικού ρήματος est και σε αυτή την περίπτωση το alteri είναι : δοτική προσωπική χαριστική (ή του κρίνοντος προσώπου) στο est β) το est satis είναι απρόσωπη έκφραση και το alteri είναι δοτική προσωπική στην απρόσωπη έκφραση.
magistram: κατηγορούμενο στο αντικείμενο inopiam μέσω του iudicabat
imperii: γενική αντικειμενική, ως ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός στο magistram
aeque: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο iudicabat.
dicta: ιδιάζουσα (ή νόθη) αφαιρετική απόλυτη, χρονική (ή αιτιολογική) μετοχή που δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν (obtinuit)
sine malevolentia: εμπρόθετος προσδιορισμός α) του τρόπου ή β) της εξαίρεσης στη μετοχή dicta.
conscriptos: επιθετική μετοχή, συνημμένη στο patres, στο οποίο λειτουργεί ως επιθετικός προσδιορισμός
dicentibus: γνήσια αφαιρετική απόλυτη, αιτιολογική (ή χρονική) μετοχή που δηλώνει το σύγχρονο στο παρελθόν
mitti: υποκείμενο στο απρόσωπο ρήμα placet, τελικό απαρέμφατο.
mihi: δοτική προσωπική (του ενεργούντος προσώπου) στο απρόσωπο placet.
satis: α) κατηγορούμενο στο nihil μέσω του συνδετικού ρήματος est και σε αυτή την περίπτωση το alteri είναι : δοτική προσωπική χαριστική (ή του κρίνοντος προσώπου) στο est β) το est satis είναι απρόσωπη έκφραση και το alteri είναι δοτική προσωπική στην απρόσωπη έκφραση.
magistram: κατηγορούμενο στο αντικείμενο inopiam μέσω του iudicabat
imperii: γενική αντικειμενική, ως ετερόπτωτος ονοματικός προσδιορισμός στο magistram
aeque: επιρρηματικός προσδιορισμός του τρόπου στο iudicabat.
dicta: ιδιάζουσα (ή νόθη) αφαιρετική απόλυτη, χρονική (ή αιτιολογική) μετοχή που δηλώνει το προτερόχρονο στο παρελθόν (obtinuit)
sine malevolentia: εμπρόθετος προσδιορισμός α) του τρόπου ή β) της εξαίρεσης στη μετοχή dicta.
ΓΡΑΜΜΑΤΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
avaritia, -ae: ουσιαστικό α κλίσης γένους θηλυκού, στον πληθυντικό σημαίνει τα είδη της πλεονεξίας
malevolentia, -ae: : ουσιαστικό α΄κλίσης γένους θηλυκού θηλυκό, χωρίς πληθυντικό
pater, patris: ουσιαστικό γ κλίσης, αρσενικού γένους, στη γενική πληθυντικού κάνει partum και στον πληθυντικό σημαίνει συγκλητικοί
senatus –us: ουσιαστικό δ κλίσης, αρσενικού γένους, χωρίς πληθυντικό
satis= επίθετο άκλιτο. Συγκριτικός βαθμός satius, υπερθετικό δεν έχει
uter, utra, utrum (γενική utrius, δοτική utri)
alius, alia, aliud (γενική alius, δοτική alii)
solus, -a, -um (γενική solius, δοτική soli)
totus, -a, -um (γενική totius, δοτική toti)
neuter, neutra, neutrum (γενική neutrius, δοτική neutri)
alter, altera, alterum (γενική alterius, δοτική alteri)
ullus, ulla, ullum (γενική ullius, δοτική ulli)
aeque: τροπικό επίρρημα Συγκριτικός aequius, Υπερθετικός aequissime
graviter: τροπικό επίρρημα Συγκριτικός gravius, Υπερθετικός gravissime.
avaritia, -ae: ουσιαστικό α κλίσης γένους θηλυκού, στον πληθυντικό σημαίνει τα είδη της πλεονεξίας
malevolentia, -ae: : ουσιαστικό α΄κλίσης γένους θηλυκού θηλυκό, χωρίς πληθυντικό
pater, patris: ουσιαστικό γ κλίσης, αρσενικού γένους, στη γενική πληθυντικού κάνει partum και στον πληθυντικό σημαίνει συγκλητικοί
senatus –us: ουσιαστικό δ κλίσης, αρσενικού γένους, χωρίς πληθυντικό
satis= επίθετο άκλιτο. Συγκριτικός βαθμός satius, υπερθετικό δεν έχει
uter, utra, utrum (γενική utrius, δοτική utri)
alius, alia, aliud (γενική alius, δοτική alii)
solus, -a, -um (γενική solius, δοτική soli)
totus, -a, -um (γενική totius, δοτική toti)
neuter, neutra, neutrum (γενική neutrius, δοτική neutri)
alter, altera, alterum (γενική alterius, δοτική alteri)
ullus, ulla, ullum (γενική ullius, δοτική ulli)
aeque: τροπικό επίρρημα Συγκριτικός aequius, Υπερθετικός aequissime
graviter: τροπικό επίρρημα Συγκριτικός gravius, Υπερθετικός gravissime.
ETYMOΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΕΙΣ ΚΕΙΜΕΝΟΥ
solus: μόνος––(το) σόλο
mitto (σουπίνο missum): στέλνω––κομισάριος (επίτροπος), μισιονάριος (ιεραπόστολος καθολικής εκκλησίας)
placet: αρέσει––το πλασέμπο (εικονικό φάρμακο που παράγει στον ασθενή την αυθυποβολή της βελτίωσης της κατάστασής του)
imperium: εξουσία––ο ιμπεριαλισμός (τάση για εδαφική επέκταση ή κατάκτηση)
magistra: η δασκάλα, η σύμβουλος––ο μάγιστρος (ανώτατο αξίωμα στην ύστερη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο)
solus: μόνος––(το) σόλο
mitto (σουπίνο missum): στέλνω––κομισάριος (επίτροπος), μισιονάριος (ιεραπόστολος καθολικής εκκλησίας)
placet: αρέσει––το πλασέμπο (εικονικό φάρμακο που παράγει στον ασθενή την αυθυποβολή της βελτίωσης της κατάστασής του)
imperium: εξουσία––ο ιμπεριαλισμός (τάση για εδαφική επέκταση ή κατάκτηση)
magistra: η δασκάλα, η σύμβουλος––ο μάγιστρος (ανώτατο αξίωμα στην ύστερη ρωμαϊκή και βυζαντινή περίοδο)