Νίκου Καζαντζάκη: [Η μάνα μου/Ο πατέρας μου] - αποσπάσματα από το έργο του
Εισαγωγικά:
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης Κρήτης (1883). Σπούδασε Νομική στην Αθήνα (1902-1906), και μεταπτυχιακά στο Παρίσι (1907-1909), όπου επηρεάστηκε βαθύτατα από το φιλοσοφικό στοχασμό. Ασχολήθηκε συστηματικά και πραγματοποίησε πλήθος ταξιδιών στο εξωτερικό. Υπηρέτησε ως γενικός διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως (1919), διορίστηκε Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου (1945) και εργάστηκε ως σύμβουλος λογοτεχνίας στην UNESCO (1946). Διετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Το 1956 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης και προτάθηκε ως υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας πέντε φορές.
Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ποιητή, έχοντας γράψει την Οδύσεια, ένα μεγαλόπνοο έργο με 24 ραψωδίες και 33.333 στίχους. Διακρίθηκε στη δραματουργία (Προμηθέας, Καποδίστριας, Κούρος, Νικηφόρος Φωκάς, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Χριστόφορος Κολόμβος, κ.ά.), στη συγγραφή ταξιδιωτικών εντυπώσεων (Ισπανία, Ιταλία, Αίγυπτο, Σινά, Ιαπωνία και Κίνα, Αγγλία, Ρωσία, Ιερουσαλήμ και Κύπρο), στα φιλοσοφικά δοκίμια (Ασκητική, Συμπόσιο, κ.ά.). Ωστόσο, ευρύτερα γνωστός έγινε από τα μυθιστορήματά του: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946), Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1948), Ο καπετάν Μιχάλης (1950), Ο τελευταίος πειρασμός (1951), Αναφορά στο Γκρέκο (1961), κ.ά. Το έργο του έχει μεταφραστεί και εκδοθεί σε περισσότερες από 50 χώρες και έχει διασκευαστεί για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Ο Νίκος Καζαντζάκης γεννήθηκε στο Ηράκλειο της τουρκοκρατούμενης Κρήτης (1883). Σπούδασε Νομική στην Αθήνα (1902-1906), και μεταπτυχιακά στο Παρίσι (1907-1909), όπου επηρεάστηκε βαθύτατα από το φιλοσοφικό στοχασμό. Ασχολήθηκε συστηματικά και πραγματοποίησε πλήθος ταξιδιών στο εξωτερικό. Υπηρέτησε ως γενικός διευθυντής στο Υπουργείο Περιθάλψεως (1919), διορίστηκε Υπουργός άνευ Χαρτοφυλακίου (1945) και εργάστηκε ως σύμβουλος λογοτεχνίας στην UNESCO (1946). Διετέλεσε πρόεδρος της Εταιρείας Ελλήνων Συγγραφέων. Το 1956 τιμήθηκε με το Βραβείο Ειρήνης και προτάθηκε ως υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας πέντε φορές.
Ο ίδιος θεωρούσε τον εαυτό του πρωτίστως ποιητή, έχοντας γράψει την Οδύσεια, ένα μεγαλόπνοο έργο με 24 ραψωδίες και 33.333 στίχους. Διακρίθηκε στη δραματουργία (Προμηθέας, Καποδίστριας, Κούρος, Νικηφόρος Φωκάς, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, Χριστόφορος Κολόμβος, κ.ά.), στη συγγραφή ταξιδιωτικών εντυπώσεων (Ισπανία, Ιταλία, Αίγυπτο, Σινά, Ιαπωνία και Κίνα, Αγγλία, Ρωσία, Ιερουσαλήμ και Κύπρο), στα φιλοσοφικά δοκίμια (Ασκητική, Συμπόσιο, κ.ά.). Ωστόσο, ευρύτερα γνωστός έγινε από τα μυθιστορήματά του: Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά (1946), Ο Χριστός ξανασταυρώνεται (1948), Ο καπετάν Μιχάλης (1950), Ο τελευταίος πειρασμός (1951), Αναφορά στο Γκρέκο (1961), κ.ά. Το έργο του έχει μεταφραστεί και εκδοθεί σε περισσότερες από 50 χώρες και έχει διασκευαστεί για το θέατρο, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση.
Αφηγηματικοί τρόποι είναι οι ακόλουθοι:
Αφήγηση (= διήγηση των γεγονότων από τον αφηγητή):
Ο συγγραφέας προσπαθεί με χρονική συνοχή και συνέχεια να αναφερθεί σε ένα γεγονός
Διάλογος
Η ανταλλαγή φράσεων ανάμεσα στα πρόσωπα ενός ποιήματος ή πεζογραφήματος, τα οποία είναι είτε φανταστικά είτε πραγματικά.
Περιγραφή (= περιγραφή τοπίων, τόπων και προσώπων)
προσπάθεια του συγγραφέα να μεταδώσει μια εικόνα προσπαθεί να με παραστατικότητα και πολλές φορές με ζωντανό ύφος
Σχόλια
Πρόκειται για παρεμβολές από σχολίων, σκέψεων, γνωμών από τον αφηγητή, τα οποία πολλές φορές δεν έχουν σχέση με την αφήγηση.
Ελεύθερος Πλάγιος Λόγος
Η πιστή απόδοση σκέψεων ή συναισθημάτων σε γ΄ πρόσωπο και σε παρελθοντικό χρόνο.
Εσωτερικός μονόλογος
Πρόκειται για την απόδοση των σκέψεων ή των συναισθημάτων σε α΄ πρόσωπο και σε χρόνο ενεστώτα.
Αφήγηση (= διήγηση των γεγονότων από τον αφηγητή):
Ο συγγραφέας προσπαθεί με χρονική συνοχή και συνέχεια να αναφερθεί σε ένα γεγονός
Διάλογος
Η ανταλλαγή φράσεων ανάμεσα στα πρόσωπα ενός ποιήματος ή πεζογραφήματος, τα οποία είναι είτε φανταστικά είτε πραγματικά.
Περιγραφή (= περιγραφή τοπίων, τόπων και προσώπων)
προσπάθεια του συγγραφέα να μεταδώσει μια εικόνα προσπαθεί να με παραστατικότητα και πολλές φορές με ζωντανό ύφος
Σχόλια
Πρόκειται για παρεμβολές από σχολίων, σκέψεων, γνωμών από τον αφηγητή, τα οποία πολλές φορές δεν έχουν σχέση με την αφήγηση.
Ελεύθερος Πλάγιος Λόγος
Η πιστή απόδοση σκέψεων ή συναισθημάτων σε γ΄ πρόσωπο και σε παρελθοντικό χρόνο.
Εσωτερικός μονόλογος
Πρόκειται για την απόδοση των σκέψεων ή των συναισθημάτων σε α΄ πρόσωπο και σε χρόνο ενεστώτα.
Τόσο το παρόν απόσπασμα που εστιάζει στην προσωπικότητα του πατέρα όσο και το επόμενο που εστιάζει στην μητέρα του συγγραφέα είναι αποσπάσματα από το έργο του Ν. Καζαντζάκη "Αναφορά στον Γκρέκο". Πρόκειται για ένα είδος πνευματικής αυτοβιογραφίας. Ο συγγραφέας ξεκινά από τα παιδικά του χρόνια (αφού προηγουμένως αναφέρεται στους προγόνους και τους γονείς του) και σταματά στην ημέρα της «κρητικής ματιάς» και στη σύλληψη της Οδύσσειας. Δεν αφηγείται το σύνολο της ζωής του, αλλά παρουσιάζει τους σταθμούς της πνευματικής του πορείας, χωρίς να ακολουθεί την αυστηρή χρονολογική σειρά της πραγματικής του βιογραφίας.
Χρόνος των Αποσπασμάτων:
Και τα δύο απόσπασμα αναφέρονται στα τέλη του 19ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα στην παιδική ηλικία του συγγραφέα. Ωστόσο, ο χρόνος συγγραφής του είναι περίπου 1954-56.
Γενικότερα, ο χρόνος της ιστορίας είναι αρκετά μεγαλύτερος από τον χρόνο της αφήγησης, καθώς η αφήγηση καλύπτει γεγονότα διαφορετικών ετών:
α) την ετοιμασία του παιδιού από την μητέρα του για την πρώτη μέρα στο σχολείο
β) την πρώτη επαφή του πατέρα του με τον δάσκαλο
γ) δύο φάσεις ενός περιστατικού από τη σχολική καθημερινότητα του παιδιού.
α) περιστατικά που έλαβαν χώρα σε όλη την παιδική ηλικία του συγγραφέα
β) ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στο Φόδελε.
=> Ο χρόνος της ιστορίας και ο χρόνος της αφήγησης εξισώνονται μόνο όταν υπάρχει διάλογος.
Αφηγηματικός Τόπος:
Η πόλη του Ηρακλείου. Πρόκειται για ένα αστικό περιβάλλον αλλά υπάρχει σημαντική επαφή της οικογένειας με την φύση και με την ύπαιθρο χώρα.
Και τα δύο απόσπασμα αναφέρονται στα τέλη του 19ου αιώνα και πιο συγκεκριμένα στην παιδική ηλικία του συγγραφέα. Ωστόσο, ο χρόνος συγγραφής του είναι περίπου 1954-56.
Γενικότερα, ο χρόνος της ιστορίας είναι αρκετά μεγαλύτερος από τον χρόνο της αφήγησης, καθώς η αφήγηση καλύπτει γεγονότα διαφορετικών ετών:
α) την ετοιμασία του παιδιού από την μητέρα του για την πρώτη μέρα στο σχολείο
β) την πρώτη επαφή του πατέρα του με τον δάσκαλο
γ) δύο φάσεις ενός περιστατικού από τη σχολική καθημερινότητα του παιδιού.
α) περιστατικά που έλαβαν χώρα σε όλη την παιδική ηλικία του συγγραφέα
β) ένα περιστατικό που έλαβε χώρα στο Φόδελε.
=> Ο χρόνος της ιστορίας και ο χρόνος της αφήγησης εξισώνονται μόνο όταν υπάρχει διάλογος.
Αφηγηματικός Τόπος:
Η πόλη του Ηρακλείου. Πρόκειται για ένα αστικό περιβάλλον αλλά υπάρχει σημαντική επαφή της οικογένειας με την φύση και με την ύπαιθρο χώρα.
Α. Απόσπασμα [Ο πατέρας μου]
Πρόσωπα του Αποσπάσματος/ηθογραφία:
Η μικρός ήρωας: ένα παιδί που διακατέχεται από συναισθήματα φόβου αλλά και περιέργειας μπροστά στο άγνωστο της σχολικής του ζωή που μόλις αρχίζει. Τρέφει συναισθήματα στοργής και αγάπης προς τη μητέρα του. Σέβεται αλλά και φοβάται τον πατέρα του. Ξαφνιάζεται με τη στιγμιαία συμπάθεια που εκδηλώνει προς το πρόσωπό του ο πατέρας του, όταν ο τελευταίος προσπαθώντας να του δώσει κουράγιο και να του μεταδώσει δύναμη τον χαϊδεύει. Σε όλο το απόσπασμα είναι έκδηλη η παιδική αθωότητα και η αφέλεια της ηλικίας του.
Ο πατέρας: αυστηρή και στιβαρή προσωπικότητα, όπως επιτάσσει η πατριαρχική και ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα. Μέσα από τα λόγια που απευθύνει στο δάσκαλο διαφαίνεται όχι μόνο η σκληρότητα του χαρακτήρα του αλλά και η εμπιστοσύνη του προς το εκπαιδευτικό σύστημα και τις μεθόδους διδασκαλίας της εποχή. Από το περιστατικό του οικογενειακού συμβουλίου καθίσταται σαφές ότι έχει απόλυτη εξουσία στο σπίτι του και κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει την άποψή του ακόμη και αν αυτή είναι λάθος.
Ο δάσκαλος: εκπρόσωπος του εκπαιδευτικού συστήματος της εποχής. Σκληρός και βίαιος και από την αρχή κάνει εμφανείς τις προθέσεις του. Οι μέθοδοι διδασκαλίες στηρίζονταν στη βία -τη χειροδικία και όπως φαίνεται αποσκοπούσαν κυρίως στην προαγωγή της πειθαρχίας και όχι τόσο στα μαθησιακά αποτελέσματα. Ωστόσο, η σκληρότητα και η αυστηρότητά του εξανεμίζονται όχι μόνο μπροστά στη θέα του πατέρα του ήρωα αλλά ακόμη και στο άκουσμα των λεγομένων του, την ισχύ των οποίων δεν τολμά ούτε αυτός να αμφισβητήσει.
Η μητέρα: πρόκειται για μια καθημερινή γυναίκα της εποχής, περιορισμένη στο σπίτι της και στα καθήκοντα της οικογενειακής ζωής. Εκδηλώνει συναισθήματα στοργής και αγάπης για το παιδί της (όπως φαίνεται από τα ίδια της τα λόγια) και είναι ευσεβής. Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος του αποσπάσματος είναι απούσα, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι γυναίκες εκείνη την εποχή απουσίαζαν από τα σημαντικά περιστατικά (από το να παρίστανται στην πρώτη μέρα του σχολείου δίπλα στο παιδί τους, μέχρι και στη διεξαγωγή ενός απλού οικογενειακού συμβουλίου).
Ο θείος: πρόκειται για τον "σπουδασμένο" αδελφό του πατέρα του ήρωα. Δεν φαίνεται να είναι σε θέση να εναντιωθεί στην άποψη του πατέρα του ήρωα. Υποχωρεί, αποδεχόμενος την εξουσία του.
Η μικρός ήρωας: ένα παιδί που διακατέχεται από συναισθήματα φόβου αλλά και περιέργειας μπροστά στο άγνωστο της σχολικής του ζωή που μόλις αρχίζει. Τρέφει συναισθήματα στοργής και αγάπης προς τη μητέρα του. Σέβεται αλλά και φοβάται τον πατέρα του. Ξαφνιάζεται με τη στιγμιαία συμπάθεια που εκδηλώνει προς το πρόσωπό του ο πατέρας του, όταν ο τελευταίος προσπαθώντας να του δώσει κουράγιο και να του μεταδώσει δύναμη τον χαϊδεύει. Σε όλο το απόσπασμα είναι έκδηλη η παιδική αθωότητα και η αφέλεια της ηλικίας του.
Ο πατέρας: αυστηρή και στιβαρή προσωπικότητα, όπως επιτάσσει η πατριαρχική και ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα. Μέσα από τα λόγια που απευθύνει στο δάσκαλο διαφαίνεται όχι μόνο η σκληρότητα του χαρακτήρα του αλλά και η εμπιστοσύνη του προς το εκπαιδευτικό σύστημα και τις μεθόδους διδασκαλίας της εποχή. Από το περιστατικό του οικογενειακού συμβουλίου καθίσταται σαφές ότι έχει απόλυτη εξουσία στο σπίτι του και κανείς δεν τολμά να αμφισβητήσει την άποψή του ακόμη και αν αυτή είναι λάθος.
Ο δάσκαλος: εκπρόσωπος του εκπαιδευτικού συστήματος της εποχής. Σκληρός και βίαιος και από την αρχή κάνει εμφανείς τις προθέσεις του. Οι μέθοδοι διδασκαλίες στηρίζονταν στη βία -τη χειροδικία και όπως φαίνεται αποσκοπούσαν κυρίως στην προαγωγή της πειθαρχίας και όχι τόσο στα μαθησιακά αποτελέσματα. Ωστόσο, η σκληρότητα και η αυστηρότητά του εξανεμίζονται όχι μόνο μπροστά στη θέα του πατέρα του ήρωα αλλά ακόμη και στο άκουσμα των λεγομένων του, την ισχύ των οποίων δεν τολμά ούτε αυτός να αμφισβητήσει.
Η μητέρα: πρόκειται για μια καθημερινή γυναίκα της εποχής, περιορισμένη στο σπίτι της και στα καθήκοντα της οικογενειακής ζωής. Εκδηλώνει συναισθήματα στοργής και αγάπης για το παιδί της (όπως φαίνεται από τα ίδια της τα λόγια) και είναι ευσεβής. Ωστόσο, στο μεγαλύτερο μέρος του αποσπάσματος είναι απούσα, γεγονός που αποδεικνύει ότι οι γυναίκες εκείνη την εποχή απουσίαζαν από τα σημαντικά περιστατικά (από το να παρίστανται στην πρώτη μέρα του σχολείου δίπλα στο παιδί τους, μέχρι και στη διεξαγωγή ενός απλού οικογενειακού συμβουλίου).
Ο θείος: πρόκειται για τον "σπουδασμένο" αδελφό του πατέρα του ήρωα. Δεν φαίνεται να είναι σε θέση να εναντιωθεί στην άποψη του πατέρα του ήρωα. Υποχωρεί, αποδεχόμενος την εξουσία του.
|
Αφηγηματικοί Τρόποι (επιλεκτικά παραδείγματα):
Αφήγηση "Μια μέρα κάναμε Ιερά Ιστορία...έξυσε το κεφάλι". Διάλογος -Ετούτος είναι ο γιος μου ... Περιγραφή (= περιγραφή τοπίων, τόπων και προσώπων) Με τα μαγικά πάντα μάτια...στο λαιμό" Σχόλια "μου φάνηκε άγριος" "ήμουν σαν ένα μικρό καταστόλιστο σφαγάρι" Εσωτερικός μονόλογος "Που να του φέρει αντίρρηση" |
Ο ρόλος του διαλόγου στο Απόσπασμα:
Στο απόσπασμα υπάρχει διάλογος:
α) ανάμεσα στη μητέρα και στο παιδί
β)ανάμεσα στον πατέρα και στο παιδί
γ) ανάμεσα στον πατέρα και στον δάσκαλο.
δ) ανάμεσα στον πατέρα και στον θείο
Η χρήση του διαλόγου προσδίδει στο κείμενο ζωντάνια και αμεσότητα καθώς διακόπτεται η μονοτονία της αφήγησης. Επίσης, μέσα από τον διάλογο αποκαλύπτονται τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των πρωταγωνιστών. Τέλος, το απόσπασμα αποκτά αμεσότητα καθώς ο αναγνώστης γίνεται μάρτυρας των όσων εκτυλίσσονται "μπροστά" του.
Στο απόσπασμα υπάρχει διάλογος:
α) ανάμεσα στη μητέρα και στο παιδί
β)ανάμεσα στον πατέρα και στο παιδί
γ) ανάμεσα στον πατέρα και στον δάσκαλο.
δ) ανάμεσα στον πατέρα και στον θείο
Η χρήση του διαλόγου προσδίδει στο κείμενο ζωντάνια και αμεσότητα καθώς διακόπτεται η μονοτονία της αφήγησης. Επίσης, μέσα από τον διάλογο αποκαλύπτονται τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητας των πρωταγωνιστών. Τέλος, το απόσπασμα αποκτά αμεσότητα καθώς ο αναγνώστης γίνεται μάρτυρας των όσων εκτυλίσσονται "μπροστά" του.
ΕΙΔΟΣ ΑΦΗΓΗΤΗ:
- Ομοδιηγητικός: ο αφηγητής διηγείται μια ιστορία στην οποία έχει συμμετοχή (χρήση α΄ προσώπου) και μάλιστα δεν είναι απλώς ένα από τα πρόσωπα αλλά ο ίδιος ο πρωταγωνιστής.
- Αφηγητής-Θεός: παντογνώστης αφηγητής, εποπτεύει τα πάντα, δεν μετέχει στη δράση (έχει πρόσβαση ακόμη και στις πιο μύχιες σκέψεις των προσώπων την ιστορίας).
- => Μηδενική Εστίαση: Ο αναγνώστης έχει πρόσβαση σε κάθε πιθανή πληροφορία είτε αφορά τις σκέψεις των ηρώων είτε τη ροή των γεγονότων. Ο αφηγητής είναι παντογνώστης και γνωρίζει περισσότερα από οποιοδήποτε πρόσωπο της ιστορίας.
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ (ενδεικτικές αναφορές):
β) οσφρητικές: να τον μυρίζομαι λέει ...
- πληθώρα μεταφορών: πολύβουο μυαλό, μαγικά μάτια
- εικόνες:
β) οσφρητικές: να τον μυρίζομαι λέει ...
- επαναλήψεις: μισο χαρούμενος-μισο αλαφιασμένος.
- ασύνδετα σχήματα:Με τα μαγικά ... χέρι".
- παρομοιώσεις: καταστολισμένο σφαγάρι
Β. Απόσπασμα [η μάνα μου]
|
Αφηγηματικοί Τρόποι (επιλεκτικά παραδείγματα): Αφήγηση "Οι ώρες που περνούσα με τη μητέρα μου ....". "Πρωτομαγιά είχαμε πάει.... Διάλογος -Μαργή της είπε, τραγούδηξε. Περιγραφή (= περιγραφή τοπίων, τόπων και προσώπων) Η μάνα μου μια άγια γυναίκα...με τη γυναίκα τους" Σχόλια "η μάνα μου φάνηκε αγνώριστη" Εσωτερικός μονόλογος "Σηκώθηκα ανταρεμένος, δεν ξέρω γιατί...." |
Πρόσωπα του Αποσπάσματος/ηθογραφία:
Η μικρός ήρωας: διακατέχεται από συναισθήματα αγάπης βαθιάς προς τη μητέρα του, με την οποία φαίνεται ότι συνδέεται και επικοινωνεί ουσιαστικά. Είναι συμπονετικό, την καθησυχάζει και την λυπάται όταν από την παρόρμηση της παιδικής του ηλικίας την πειράζει. Συνδέει την ύπαρξή της με την νεράιδα των παραμυθιών δίνοντάς της μια ονειρική διάσταση. Το γεγονός αυτό είναι αναπόφευκτο καθώς οι κινήσεις της και ο χαρακτήρας της στα παιδικά του μάτια αποκτούν μαγικές ιδιότητες. Αυτό που τον βασάνιζε ήταν το ενδεχόμενο απώλειάς της.
Μέσα από την περιγραφή του δεύτερου περιστατικού φαίνεται το πόσο πολύ ήταν δεμένο το παιδί με την μητέρα του και πόσο πολύ διαταράσσεται ο κόσμος του όταν γίνεται μάρτυρας μια άλλης εικόνας της μητέρας του. Αρνείται να αποδεχτεί αυτή την "άλλη" και μη μπορώντας να αντιδράσει στις εντολές του πατέρα του, προσπαθεί να κατευνάσει το θυμό του.
Ο πατέρας: σε αυτό το απόσπασμα έχει δευτερεύουσα θέση αλλά εξακολουθεί να είναι η αυστηρή και στιβαρή προσωπικότητα, όπως επιτάσσει η πατριαρχική και ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα. Αυτός είναι ο αρχηγός της οικογένειας και από αυτόν προέρχεται οποιαδήποτε απόφαση αυτενέργειας από τα μέλη της.
Η μητέρα: πρόκειται για μια καθημερινή γυναίκα της εποχής, περιορισμένη στο σπίτι της και στα καθήκοντα της οικογενειακής ζωής. Εκδηλώνει συναισθήματα στοργής και βαθιάς αγάπης για το παιδί της. Δεν είναι μορφωμένη αλλά διακατέχεται από βαθιά ευσέβεια. Περιορίζεται στα του οίκου της φροντίζοντας τα επιτελεί τον ρόλο της ως μητέρα και ως σύζυγος και φαίνεται ότι επικοινωνεί ουσιαστικά με το παιδί της. Το γεγονός ότι κάνει τόσες πολλές δουλειές και τόσο αποτελεσματικά της δίνει υπερφυσικές δυνάμεις στα μάτια του παιδιού της. Τρέφει συναισθήματα αγάπης προς τον άντρα της, τον οποίο τον σέβεται και μόνο όταν εκείνος της το επιτρέπει αναπτύσσει πρωτοβουλίες.
Η μικρός ήρωας: διακατέχεται από συναισθήματα αγάπης βαθιάς προς τη μητέρα του, με την οποία φαίνεται ότι συνδέεται και επικοινωνεί ουσιαστικά. Είναι συμπονετικό, την καθησυχάζει και την λυπάται όταν από την παρόρμηση της παιδικής του ηλικίας την πειράζει. Συνδέει την ύπαρξή της με την νεράιδα των παραμυθιών δίνοντάς της μια ονειρική διάσταση. Το γεγονός αυτό είναι αναπόφευκτο καθώς οι κινήσεις της και ο χαρακτήρας της στα παιδικά του μάτια αποκτούν μαγικές ιδιότητες. Αυτό που τον βασάνιζε ήταν το ενδεχόμενο απώλειάς της.
Μέσα από την περιγραφή του δεύτερου περιστατικού φαίνεται το πόσο πολύ ήταν δεμένο το παιδί με την μητέρα του και πόσο πολύ διαταράσσεται ο κόσμος του όταν γίνεται μάρτυρας μια άλλης εικόνας της μητέρας του. Αρνείται να αποδεχτεί αυτή την "άλλη" και μη μπορώντας να αντιδράσει στις εντολές του πατέρα του, προσπαθεί να κατευνάσει το θυμό του.
Ο πατέρας: σε αυτό το απόσπασμα έχει δευτερεύουσα θέση αλλά εξακολουθεί να είναι η αυστηρή και στιβαρή προσωπικότητα, όπως επιτάσσει η πατριαρχική και ανδροκρατούμενη κοινωνία των αρχών του 20ου αιώνα. Αυτός είναι ο αρχηγός της οικογένειας και από αυτόν προέρχεται οποιαδήποτε απόφαση αυτενέργειας από τα μέλη της.
Η μητέρα: πρόκειται για μια καθημερινή γυναίκα της εποχής, περιορισμένη στο σπίτι της και στα καθήκοντα της οικογενειακής ζωής. Εκδηλώνει συναισθήματα στοργής και βαθιάς αγάπης για το παιδί της. Δεν είναι μορφωμένη αλλά διακατέχεται από βαθιά ευσέβεια. Περιορίζεται στα του οίκου της φροντίζοντας τα επιτελεί τον ρόλο της ως μητέρα και ως σύζυγος και φαίνεται ότι επικοινωνεί ουσιαστικά με το παιδί της. Το γεγονός ότι κάνει τόσες πολλές δουλειές και τόσο αποτελεσματικά της δίνει υπερφυσικές δυνάμεις στα μάτια του παιδιού της. Τρέφει συναισθήματα αγάπης προς τον άντρα της, τον οποίο τον σέβεται και μόνο όταν εκείνος της το επιτρέπει αναπτύσσει πρωτοβουλίες.
ΕΙΔΟΣ ΑΦΗΓΗΤΗ:
ΕΣΤΙΑΣΗ:
=> Εσωτερική Εστίαση: Ο αναγνώστης έχει πρόσβαση μόνο στις σκέψεις και στα συναισθήματα του ήρωα-αφηγητή. Ο αφηγητής ξέρει όσα και τα υπόλοιπα πρόσωπα και έτσι, η θέαση της ιστορίας ειναι σαφώς περιορισμένη.
- Ομοδιηγητικός: ο αφηγητής διηγείται μια ιστορία στην οποία έχει συμμετοχή (χρήση α΄ προσώπου) και μάλιστα δεν είναι απλώς ένα από τα πρόσωπα αλλά ο ίδιος ο πρωταγωνιστής.
- Αφηγητής- Άνθρωπος: Ο αφηγητής μετέχει στη δράση (και παρά το γεγονός ότι η αφήγηση αφορά περιστατικά που σχετίζονται με το απώτερο παρελθόν) και δεν φαίνεται να έχει πρόσβαση ακόμη στις σκέψεις και στα συναισθήματα των άλλων προσώπων την ιστορίας.
ΕΣΤΙΑΣΗ:
=> Εσωτερική Εστίαση: Ο αναγνώστης έχει πρόσβαση μόνο στις σκέψεις και στα συναισθήματα του ήρωα-αφηγητή. Ο αφηγητής ξέρει όσα και τα υπόλοιπα πρόσωπα και έτσι, η θέαση της ιστορίας ειναι σαφώς περιορισμένη.
Ύφος του Κειμένου:
Ολόκληρο το απόσπασμα κυριαρχείται από έναν εξομολογητικό τόνο: το παιδί εκφράζει ανησυχίες, αγωνίες (μην χάσει τη μητέρα του) αλλά και ενδόμυχες σκέψεις (συναίσθημα οργής και αγανάκτησης με την αλλαγή του χαρακτήρα της μητέρας του). Κυριαρχεί ο φόβος της απώλειας αρχικά της μητέρας του αλλά τέλος υπάρχει η εξομολόγηση ότι πρόκειται για έναν φόβο που διαπνέει όλη του τη ζωή: η ψυχική ένταση του ήρωα αποτυπώνεται στις γλωσσικές επιλογές του συγγραφέα. Η χρήση του ασύνδετου σχήματος στην περιγραφή των ενεργειών της μητέρας (να πηγαινοέρχεται, να ανοίγει ...κάτω από το κρεβάτι) προσδίδει στον λόγο ένταση και ταχύτητα και γενικότερα καθιστούν δραματικότητα στο ύφος.
Ολόκληρο το απόσπασμα κυριαρχείται από έναν εξομολογητικό τόνο: το παιδί εκφράζει ανησυχίες, αγωνίες (μην χάσει τη μητέρα του) αλλά και ενδόμυχες σκέψεις (συναίσθημα οργής και αγανάκτησης με την αλλαγή του χαρακτήρα της μητέρας του). Κυριαρχεί ο φόβος της απώλειας αρχικά της μητέρας του αλλά τέλος υπάρχει η εξομολόγηση ότι πρόκειται για έναν φόβο που διαπνέει όλη του τη ζωή: η ψυχική ένταση του ήρωα αποτυπώνεται στις γλωσσικές επιλογές του συγγραφέα. Η χρήση του ασύνδετου σχήματος στην περιγραφή των ενεργειών της μητέρας (να πηγαινοέρχεται, να ανοίγει ...κάτω από το κρεβάτι) προσδίδει στον λόγο ένταση και ταχύτητα και γενικότερα καθιστούν δραματικότητα στο ύφος.
Λεξιλόγιο του Κειμένου:
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για απλό λεξιλόγιο (Με υπομονή, με αντοχή...) και σε ορισμένα σημεία λαϊκό (μοσχομύριζε, ρακιά...). Τόσο το απλό όσο και το λαϊκό λεξιλόγιο προσδίδουν στο ύφος μια προφορικότητα και το κείμενο καθίσταται πιο προσιτό στον αναγνώστη.
Σε γενικές γραμμές πρόκειται για απλό λεξιλόγιο (Με υπομονή, με αντοχή...) και σε ορισμένα σημεία λαϊκό (μοσχομύριζε, ρακιά...). Τόσο το απλό όσο και το λαϊκό λεξιλόγιο προσδίδουν στο ύφος μια προφορικότητα και το κείμενο καθίσταται πιο προσιτό στον αναγνώστη.
Αντιλήψεις της Εποχής:
Και αυτό αλλά και το προηγούμενο απόσπασμα αναφέρονται:
Και αυτό αλλά και το προηγούμενο απόσπασμα αναφέρονται:
- σε μια πλήρως ανδροκρατούμενη κοινωνία
- εστιάζουν σε μια πατριαρχικά δομημένη οικογένεια
- στον περιορισμό του ρόλου της γυναίκας μέσα στο σπίτι και στην οικογένειά της.
- στα κοινωνικά κατεστημένα που έχουν μετατραπεί σε βιώματα ακόμα και στο μικρό παιδί, του οποίου η ψυχοσύνθεση κλονίζεται όταν κάτι αντιβαίνει στις κοινωνικές προκαταλήψεις και στα στερεότυπα περί του ρόλου και της θέσης της γυναίκας.
Δραστηριότητα: